
Η ψυχή του ανθρώπου έχει ανάγκη πνευματικής τροφής, όπως έχει και το σώμα ανάγκη υλικής. Η ψυχή «διψά» πάντοτε και ως έχουσα την έφεση του ανωτέρου, του τελειότερου, τείνει διαρκώς προς αυτά · αναλόγως με τους «διδασκάλους» που θα έχει, το ζητούμενο θα είναι το πραγματικά ανώτερο, το αληθώς τέλειο ή, το υποκατάστατο, η απάτη, η πλαστογραφία, η ουτοπία. Διδάσκαλος είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Και το τέλειο, προς το οποίον τείνει η χριστιανική ψυχή, είναι ο Θεός. Καθ’ όσον οι διάφοροι «διδάσκαλοι» ακολουθούν «τοις ίχνεσι» του Διδασκάλου, τότε και μόνον, οδηγούν προς το αληθώς τέλειο, όπως οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι ανεδείχθησαν αληθείας διδάσκαλοι και οδήγησαν τις ψυχές των ανθρώπων «ως ην εφικτόν» προς το τέλειο!
Και οι σημερινοί διδάσκαλοι, που είναι; Οι ιερείς που είμαστε; Νομίζουμε ότι εξαντλείται το καθήκον μας, στο να λειτουργούμε, να παντρεύουμε, να βαπτίζουμε, να κηδεύουμε; Δεν βλέπουμε ότι όσο καθεύδουμε, υποχωρούμε, και σιωπούμε, είναι έτοιμοι από καιρού να μας υποκαταστήσουν, άλλοι «διδάσκαλοι», οι οποίοι δίνουν άλλων ειδών «τροφές» στους χριστιανούς, μολύνουν αυτούς με «δηλητήριο καλυμμένο με μέλι» ;
Οι «Σκοποί» – ταγοί, που είναι; Βλέπουμε ότι όχι μόνο σε «άλλα» επιδόθηκαν, ούτε «σαλπίζουν» να προφυλάξουν τους χριστιανούς, αλλά μάλλον υπό το μεθοδευμένο σχέδιο των αντιχρίστων, φιλιώνονται με τους λύκους, αυτοί εισάγουν τους λύκους στη μάνδρα των προβάτων, χαριεντίζονται, επικοινωνούν, συναγελάζονται, σαν να μην τους χωρίζει τίποτα. Επαληθεύουν τον Απόστολο Παύλο, ο οποίος μας λέγει: «…θα έλθη καιρός , που οι άνθρωποι δεν θα ανέχωνται την υγιά και ορθήν διδασκαλίαν , αλλά σύμφωνα με τας ιδίας των επιθυμίας και αρεσκείας θα εκλέγουν εις εαυτούς των σορών ολόκληρον διδασκάλους. Και θα προτιμούν εκείνους , από την διδασκαλίαν των οποίων θα αισθάνωνται γαργαλισμόν και τέρψιν εις τα αυτιά των. Και από μεν την αλήθειαν θα αποστρέψουν με δυσαρέσκειαν την ακοήν των, θα παρεκτραπούν δε μόνοι των εις μύθους».
Ο δε ιερός Νικόδημος στη Χρηστοήθεια μας λέγει : «… να φυλάττουσιν ὃλοι οἱ ἂνθρωποι μικροί και μεγάλοι, την ἀρετήν, και το καλόν. Ἡ ἀμαρτία και το κακόν, δεν εἶναι γεγγραμένον εἰς κᾴνένα νόμον τῶν ὀρθόδοξων, οὖδέ τῶν φρονίμων και σοφῶν, οὐδέ τῶν ἐχόντων λόγον ὀρθόν‧ διατί αὐτό εἶναι παράνομον , εἶναι ἀσυλλόγιστον, και ἒξω ἀπό κάθε ὀρθόν λογισμόν‧ και διά να εἰπῶ με συντομίαν , ἡ ἀρετή και το καλόν, ἐπενεῖται και ἐγκωμιάζεται ἀπό ὃλους τοῦς νόμους τῆς φύσεως, ἀπό ὂλους τοῦς νόμους τοῦ Θεοῦ και ἀπό ὃλους τους νόμους τῶν ἀνθρώπων … Και λοιπόν, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία και το κακόν, δεν στερεόνεται ἀπό κᾴνένα νόμον, οὒτε φυσικόν, οὒτε θεϊκόν, οὒτε ἀνθρώπινον, ἀλλά μάλιστα ἀνατρέπεται ἀπό ὃλους τοῦς νόμους, πόθεν αὐτό ἐπεκράτησεν εἰς τον Κόσμον, και κυριεύει τώρα τοῦς ἀθλίους ἀνθρώπους; ἐγώ να σᾶς εἰπῶ. ἀπό ἂλλων , ἀδελφοί μου, ἀφορμήν, δεν ἐστερεώθη ἡ ἁμαρτία και αὒξησεν εἰς τον Κόσμον, πάρεξ ἀπό τάς κακάς συνηθείας των μωρῶν, και διεφθαρμένων ἀνθρώπων‧ ἀπό τας ἀλόγους προλήψεις μερικῶν ἀνοήτων και ἀπό τάς παρανόμους και ἀσυλλογίστους παραδόσεις …».

